Η ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα εμφάνισε για άλλη μια φορά το πλήθος των παθογενειών της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που κρύβουμε βολικά κάτω από θεσμικά χαλιά και παχυλά λόγια. Απ’όλες αυτές όμως εδώ θα θίξω μόνο μια, την κατάσταση των ανθρωπιστικών σπουδών.
Τι λέει πραγματικά για την έξωθεν μαρτυρία των ανθρωπιστικών σπουδών και για το επίπεδο του έμψυχου ακαδημαϊκού υλικού, των φοιτητών, το γεγονός στις φιλοσοφικές σχολές της χώρας οι βάσεις κυμαίνονται ουσιαστικά ανάμεσα στο 9 και στο 13; Τίποτα θετικό, φοβάμαι, από τη δική μου οπτική γωνία.
Έχοντας ο ίδιος περάσει από αντίστοιχες σχολές με κατώφλι εισαγωγής πάνω του 15 πριν μια εικοσιπενταετία και μια δεκαετία περίπου αντίστοιχα, αυτή η αποκαθήλωση των βάσεων δεν μπορεί παρά να είναι εξαιρετικά ανησυχητική και να σημαίνει ένα συναγερμό για την πορεία των “θεωρητικών” σπουδών στην Ελλάδα.
Μη γελιόμαστε, το φαινόμενο δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό, έστω κι αν μεσολαβούν ελληνικές ιδιαιτερότητες, το αντίθετο. Η αποδρομή των επιστημών του ανθρώπου είναι φαινόμενο για το οποίο στις ΗΠΑ συζητούν χρόνια τώρα. Και προφανώς αυτό το ξεφούσκωμα είναι σε ένα βαθμό αντιστροφή της μεγέθυνσης που υπήρξε από τις δεκαετίες 1960-70 και ως πρόσφατα. Αλλά όχι μόνο.
Η αναντιστοιχία προσφοράς εκπαιδευτικών προγραμμάτων και ζήτησης εργατικού δυναμικού είναι παροιμιώδης στην Ελλάδα. Ωστόσο, πλέοντας πλησίστιοι στον 21ο αιώνα πορευόμαστε με πυξίδα εντυπώσεις και αντιλήψεις των προηγούμενων δεκαετιών. Μια από τις πιο σφαλερές είναι η δυνατότητα, αν όχι και υποχρέωση, της δημόσιας εκπαίδευσης να απορροφά ως προσωπικό το σύνολο των ολοένα και περισσότερων αποφοίτων μιας μάλλον ακαθόριστης πια χωρείας “καθηγητικών” σχολών, μεταξύ των οποίων κυρίαρχη θέση καταλαμβάνουν τα πληθυνόμενα τμήματα των φιλοσοφικών σχολών.
Πόσες οικογένειες ακόμη και σήμερα πια δεν παροτρύνουν παιδιά με μέτριες και κάτω ακαδημαϊκές δυνατότητες να “πάρουν ένα πτυχίο” με σκοπό να “βολευτούν κάπου”; Πρόκειται για συνταγή παραγωγής νέων με επαγγελματική προπαρασκευή αναντίστοιχη των αναγκών της πραγματικής οικονομίας. Και λυπάμαι, αλλά δεν είναι υποχρέωση της πολιτείας ή της αγοράς να μας βρίσκουν εργασία προσαρμόζοντας την πραγματικότητα στις δικές μας στρεβλές επιλογές ή επιθυμίες. Κάποιοι δεν μας τα έχουν πει καλά.
Υπάρχουν ασφαλώς πολλά που μπορούν να γίνουν και βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, είναι δουλειά των θεσμικών οργάνων να τα βρουν και να τα δρομολογήσουν -στην ιδανική αλλά μάλλον απίθανη περίπτωση που τα ενδιαφέρει. Προφανώς χρειάζονται συγχωνεύσεις σχολών, αλλαγή προγραμμάτων σπουδών, αναδιάρθρωση διδακτικών καθηκόντων μέσα στην εκπαίδευση, διεθνής εξωστρέφεια.
Σε όλο τον δυτικό κόσμο μπορεί κάποιος να σπουδάσει κλασικές ή μεσαιωνικές σπουδές, στην Ελλάδα όχι. Μη βιαστείτε, δεν μας λείπει κάτι, μόνο φαντασία, διορατικότητα και ευελιξία. Στην Ελλάδα όπου θα ήθελαν οι περισσότεροι νέοι του κόσμου να σπουδάσουν τον κλασικό πολιτισμό, αυτό είναι αδύνατον. Αν δεν αλλάξουμε, θα βουλιάξουμε, που έλεγε μια ψυχή… Το ρολόι έχει χτυπήσει, το ακούει κανείς;